Η οστεοπόρωση είναι χρόνια πάθηση του μεταβολισμού των οστών, κατά την οποία παρατηρείται σταδιακή μείωση της πυκνότητας και ποιότητάς τους, με αποτέλεσμα αυτά με την πάροδο του χρόνου να γίνονται πιο εύθραυστα και λεπτά. Έτσι προκαλείται αυξανόμενος κίνδυνος κατάγματος των οστών, καθώς μειώνεται η ανθεκτικότητα και η ελαστικότητά τους.

τομα με ΤSCORE μικρότερο (-2,5) στην μέτρηση της οστικής τους πυκνότητας έχουν Οστεοπόρωση.

Η Οστεοπόρωση είναι δυνατό να διαιρεθεί σε δύο κατηγορίες: Τη γενικευμένη μορφή και την τοπική μορφή. Η γενικευμένη μορφή υποδιαιρείται σε πρωτοπαθή και δευτεροπαθή Οστεοπόρωση.

• Στην πρωτοπαθή οστεοπόρωση ανήκουν: α) Η μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση, β) Η γεροντική οστεοπόρωση και γ) Η ιδιοπαθής οστεοπόρωση
• Η Δευτεροπαθής Οστεοπόρωση προκαλείται πάντοτε από συγκεκριμένη πάθηση, όπως η νόσος του Cushing, ο διαβήτης, ο υπερπαραθυρεοειδισμός, η χρήση κορτικοειδών, η δρεπανοκυτταρική αναιμία, το πολλαπλούν μυέλωμα, η παρατεταμένη ακινητοποίηση, κ.ά.
• Η Τοπική μορφή οστεοπόρωσης: Σ’ αυτήν ανήκουν η οστεοπόρωση μετά από ακινητοποίηση καταγμάτων, η οστεοπόρωση ή οστική ατροφία Sudeck (αλγοδυστροφία), η ιδιοπαθής παροδική οστεοπόρωση μιας άρθρωσης, κυρίως του ισχίου κ.ά.

Οι παράγοντες κινδύνου (Risk factors) για οστεοπόρωση διακρίνονται σε: α) κύριους και β) δευτερεύοντες.
• Κύριοι παράγοντες κινδύνου είναι:

1 . Η ελαττωμένη κορυφαία οστική μάζα και

2. Ο αυξημένος ρυθμός οστικής απώλειας.

Η οστεοπόρωση βασικά προκαλείται από τη διαταραχή στην ισορροπία ανάμεσα στην οστεοπαραγωγή και την οστική αποδόμηση που συνεχίζεται δια βίου στον ανθρώπινο σκελετό. Φυσιολογικά η οστική μάζα (πυκνότητα) αυξάνεται προοδευτικά όσο ο σκελετός αναπτύσσεται και εξακολουθεί να αυξάνεται μέχρι την ηλικία των 35 περίπου ετών, οπότε φθάνει στο μέγιστο επίπεδο.

Η κορυφαία αυτή οστική μάζα (peak bone mass) επηρεάζεται σημαντικά από τη διατροφή, το φύλο, τη φυλή, τη μυϊκή άσκηση και βεβαίως τη φυσιολογική λειτουργία των διαφόρων οργάνων του σώματος. Μετά την ηλικία των 35 περίπου ετών αρχίζει βαθμιαία απώλεια οστικής μάζας που αποτελεί φυσιολογικό φαινόμενο και συνεχίζεται με διακυμάνσεις σε όλη την υπόλοιπη ζωή. Ο ρυθμός απώλειας είναι αρχικά ίδιος στους άνδρες και στις γυναίκες και κυμαίνεται από 0,3-0,5% το χρόνο. Τον φυσιολογικό αυτό ρυθμό απώλειας ακολουθεί στις γυναίκες φάση επιταχυνόμενης οστικής απώλειας της τάξεως του 2-3% το χρόνο, που αρχίζει στην περίοδο της εμμηνόπαυσης και συνδέεται στενά με την ελάττωση του επιπέδου των οιστρογόνων στο αίμα. Η φάση αυτή σύμφωνα με τις υπάρχουσες μέχρι σήμερα γνώσεις διαρκεί 6-10 χρόνια. Στις γυναίκες αυτές η οστεοπόρωση πρέπει έγκαιρα να διαγνωσθεί και να αντιμετωπισθεί. Όταν η κορυφαία οστική μάζα (πυκνότητα) είναι μεγάλη και ο ρυθμός οστικής απώλειας φυσιολογικός, δε δημιουργείται οστεοπόρωση.

Οστεοπόρωση δημιουργείται, όταν η οστική μάζα ενός ατόμου που φθάνει το μέγιστο στην ηλικία των 35 περίπου ετών είναι χαμηλή ή όταν ο ρυθμός οστικής απώλειας είναι αυξημένος ή υπάρχει συνδυασμός και των δύο.

Δευτερεύοντες παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση οστεοπόρωσης είναι:
• 1. Εμμηνόπαυση στις γυναίκες. Φυσιολογική ή χειρουργική λόγω ελάττωσης του επιπέδου των οιστρογόνων.
• 2. Χρόνια ανεπαρκής πρόσληψη ασβεστίου αλλά και ανεπαρκής απορρόφησή του από το έντερο και καθήλωσή του στα οστά (κυρίως λόγω έλλειψης βιταμίνης D).
• 3. Ο περιορισμός της φυσιολογικής κίνησης (βάδισμα, τρέξιμο), στερεί το μυοσκελετικό σύστημα από το σπουδαιότερο ερέθισμα που συμβάλλει στη διάπλαση και ανακατασκευή του σκελετού σε όλη τη διάρκεια της ζωής.
• 4. Αυξημένη κατανάλωση πρωτεϊνών (κρεατοφαγία), διότι αυξάνει την αποβολή ασβεστίου από τα ούρα.
• 5. Το κάπνισμα
• 6. Κατάχρηση οινοπνευματωδών ποτών επειδή το οινόπνευμα επηρεάζει τον μεταβολισμό της βιταμίνης D.
• 7. Κατάχρηση καφέ, τσαγιού, επειδή προκαλούν ασβεστιουρία.
• 8. Το φύλο. Η οστεοπόρωση είναι συχνότερη στις γυναίκες παρά στους άνδρες.
• 9. Η φυλή. Παρατηρείται συχνότερα στους λευκούς παρά στους μαύρους.
• 10. Οικογενής προδιάθεση. Υπάρχουν οικογένειες με πολλά μέλη που πάσχουν από οστεοπόρωση χωρίς να διαπιστώνεται παθολογική αιτία.
• 11. Η οστεοπόρωση είναι συχνότερη σε μικρόσωμες λεπτές γυναίκες, με ξανθά μαλλιά και λεπτή επιδερμίδα. Σπάνια παρατηρείται σε παχιές γυναίκες. Το αυξημένο σωματικό βάρος ελαττώνει το ρυθμό οστικής απώλειας
• 12. Συνθήκες έλλειψης βαρύτητας.

Από μελέτες που έγιναν στις Η.Π.Α. έχει αποδειχθεί ότι 29% των γυναικών, δηλαδή το 1/3 περίπου, και 18% των ανδρών ηλικίας 45-79 ετών παρουσιάζουν κάποιου βαθμού οστεοπόρωση. Στην Ελλάδα έχει βρεθεί ότι σε άτομα άνω των 60 χρόνων 19% των γυναικών και 11 % των ανδρών παρουσιάζουν οστεοπόρωση.

Κλινική εικόνα Οστεοπόρωσης

Η Οστεοπόρωση εξελίσσεται προοδευτικά για μακρό χρονικό διάστημα χωρίς ειδικές για τη νόσο κλινικές εκδηλώσεις.
1. Διάχυτοι, επίμονοι, ήπιας έντασης πόνοι στην πλάτη (ραχιαλγία), ιδιαίτερα σε γυναίκες άνω των 45 ετών, ή στην οσφυική χώρα (οσφυαλγία) αποτελούν τις πρώτες κλινικές εκδηλώσεις.
2. Μερικές φορές μεσολαβούν οξέα επώδυνα επεισόδια που οφείλονται σε μικροδοκιδικά κατάγματα ιδίως στους θωρακικούς σπονδύλους. Ο πόνος σ’ αυτές τις περιπτώσεις επεκτείνεται κατά μήκος των πλευρών, δεν βελτιώνεται με την κατάκλιση και υποχωρεί μετά 3-4 εβδομάδες.
3. Αρκετά συχνά σε μεγάλης ηλικίας άτομα παρατηρείται προοδευτική παραμόρφωση της ΣΣ. Πολλές φορές αιφνίδιος πόνος στη θωρακική ή οσφυϊκή μοίρα της ΣΣ, κατά τη διάρκεια μιας φυσιολογικής κίνησης ή άρσης μικρού βάρους, αποτελεί την πρώτη κλινική εκδήλωση, που οδηγεί σε έλεγχο και διάγνωση της πάθησης με την αποκάλυψη ενός συμπιεστικού κατάγματος. Το κάταγμα αυτό μπορεί να αφορά σε ένα ή περισσότερους σπονδύλους, οπότε: α) Οδηγεί σε ελάττωση του ύψους του ατόμου που μπορεί προοδευτικά να φθάσει τα 10 ή και 20 εκ. β) Εφόσον η εντόπιση είναι στη θωρακική μοίρα της ΣΣ προκαλεί κύφωση.
4. Εκτός από τα κατάγματα της ΣΣ η οστεοπόρωση είναι αιτία, στο μεγαλύτερο ποσοστό (70%), των διατροχαντηρίων καταγμάτων και εκείνων του αυχένος του μηριαίου, καθώς και των καταγμάτων του περιφερικού άκρου της κερκίδας. Δεν πρέπει όμως να λησμονείται ότι σημαντικό ρόλο στην πρόκληση αυτών των καταγμάτων παίζουν οι συχνές πτώσεις στα ηλικιωμένα άτομα, λόγω της διαταραχής της ισορροπίας και της μυϊκής ασυνέργειας. Το 20-30% των κρεββατιών στις ορθοπαιδικές κλινικές καταλαμβάνεται από ηλικιωμένα άτομα με κάταγμα διατροχαντήριο ή αυχένος μηριαίου

ΕΛΕΓΧΟΣ – ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΓΝΩΣΗ

Σημαντικό ειδικά για κάθε Γυναίκα (εκτός από τον υπόλοιπο πληθυσμό) που μπαίνει στην περίοδο της εμμηνόπαυσης είναι το ότι πρέπει να ελέγχεται μέσα στα δύο πρώτα χρόνια από της έναρξη αυτής. Ο έλεγχος περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

  • Μέτρηση οστικής πυκνότητας. Στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης και στον αυχένα του μηριαίου οστού.
  • Μέτρηση Vit D
  • Μέτρηση ασβεστίου
  • Μέτρηση παραθορμόνης
  • Μέτρηση οστεοκαλσίνης
  • Ακτινογραφία θωρακικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης (πρόσθια και πλάγια λήψη)

Με τα αποτελέσματα των παραπάνω εξετάσεων ο Ορθοπαιδικός Χειρουργός είναι σε θέση να αποφασίσει πως θα αντιμετωπίσει τον ή την κάθε ασθενή και πότε θα ζητήσει την επόμενη επανεξέταση

Φαρμακευτική Πρόληψη και Θεραπεία

Η θεραπεία της Οστεοπόρωσης άλλαξε ριζικά τα τελευταία 20 χρόνια, και ήδη δρομολογούνται περαιτέρω εξελίξεις. Οι συστάσεις της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας λένε ότι η θεραπεία εγκατεστημένης Οστεοπόρωσης (Τscore<-2,5) πρέπει να βασίζεται στά φάρμακα, στη μυϊκή άσκηση, τήρηση κανόνων ζωής (όπως αποφυγή πολλών κρεάτων, αποφυγή πολλών καφέδων και αποφυγή καπνίσματος και πολύ αλκοόλ). Η θεραπεία πρέπει να περιέχει τρία φάρμακα, ένα Βασικό + Βιταμίνη D3 + Ασβέστιο, εάν είναι ανεπαρκές στην τροφή. Η διάρκεια της θεραπείας πρέπει να είναι τριετής τουλάχιστον, μέχρι την επόμενη μέτρηση Οστικής Πυκνότητας. Η ετήσια μέτρηση οστικής πυκνότητας ουδέν προσέφερε στους ιατρούς και τους ασθενείς, πλην σύγχυσης.

Σήμερα είναι διαθέσιμα τα εξής φάρμακα για την πρόληψη και τη θεραπεία της Οστεοπόρωσης:
• Προληπτική Ορμονοθεραπεία: φάρμακα παράγωγα Οιστρογόνων
• Ασβέστιο: Χορηγείται σε δόση 1000 mg ημερησίως
• Διφωσφονικά: Fosamax , Actonel, Bonviva), κλπ. Ασκούν μία ισχυρή ανασταλτική δράση στους οστεοκλάστες (αποδωμούν το οστό). Υπάρχει χρονικό περιθώριο στη χρήση τους.
• Παράγωγα Παραθορμόνης: Forsteo. Χορηγείται υποδορίως σε ενέσιμη μορφή, καθημερινά για δύο χρόνια.
• Βιταμίνη D3: Cholicalciferol 800 IU ημερησίως, ή Αlphacalcidol (One Alpha) 1μg ημερησίως
• Denosumab: Prolia, μονοκλωνικό αντίσωμα. Αδρανοποιεί τους οστεοκλάστες. Χορηγείται με μία ένεση υποδόρια κάθε 6 μήνες.